" Είμαι ένας κακομοίρης...Τουτού ! " 

                             (Της Μαίρης Μάκρα)


                                 

Τουτού δεν με λένε, μα θα είναι καλύτερα να με πουν. Έτσι θα έχω τουλάχιστον ένα όνομα  που θα με ξεχωρίζει, αφού δεν τα κατάφερα να έχω ένα δικό μου πρόσωπο. Να είμαι μία μοναδική προσωπικότητα, όπως λένε! Το ονειρεύτηκα και πίστεψα ότι θα τα κατάφερνα, όταν άκουσα τα σχέδια για την  "γέννησή " μου.

Τότε ήμουν ακόμα ένα μεγάλο ρολό από χαρτί, στριμωγμένο στα ράφια μιας ξύλινης κατασκευής , σαν ανοιχτή βιβλιοθήκη, σε ένα μεγάλο τυπογραφείο. Γύρω μου χτύπαγαν γραφομηχανές, τηλέφωνα , που ανακατεύονταν με φωνές και διάφορους θορύβους, ανεξήγητους για τις δικές μου εμπειρίες και ήταν όλα μαζί. Ανυπόφορο για την ευαίσθητη υφή μου, μα τα κατάφερα να ελέγχω τις ευαισθησίες μου , μέχρι που συνήθισα την οχλαγωγία και τελικά είχα ένα κέρδος: συγκέντρωσα πολλές πληροφορίες και έμαθα τα μυστικά ολονών, εκεί μέσα. Δεν κρυφάκουγα. Αυτή η μικρότητα δε ταιριάζει στις ποιότητές μου. Μιλούσαν, όμως, για όλα τόσο δυνατά, που, αναγκαστικά, τα άκουγα.

Μια μέρα μίλησαν και για μένα, μαζί με κάποια καινούργια σχέδια .
" Χαρτί έχουμε, πείρα έχουμε, γιατί να μην κάνουμε την αρχή;"  είπαν.

Και την έκαναν ! Μαζεύτηκαν δύο από τον δικό μας χώρο και μερικοί ακόμα από τα διπλανά  γραφεία. Νοίκιασαν έναν μεγάλο χώρο, λίγο απόκεντρο και άνοιξαν την νέα τους επιχείρηση: 'Ενα καινούργιο περιοδικό!

Στη δική τους ζωή δεν άλλαξαν πολλά. Θα έλεγα ότι, μάλλον προστέθηκαν. Το πρωί βρίσκονταν στην παλιά τους δουλειά. Το απόγευμα συγκεντρώνονταν στο νέο κτίριο κι έκανα σχέδια όλοι μαζί.

" Θα τους χτυπήσουμε! Θα τους δείξουμε τί πάει να πει περιοδικό! Θα κάνει "μπαμ" με την πρώτη κιόλας κυκλοφορία!" Κι άλλα πολλά τέτοια αισιόδοξα κι ελπιδοφόρα.

Στη δική μου ζωή άλλαξαν όλα. Έφυγα ριζικά από τα ράφια του μεγάλου τυπογραφείου. Με ξεσκόνισαν, με χρωμάτισαν, με άπλωσαν πάνω σ΄ ένα γυαλιστερό έπιπλο κι έγινα το κέντρο της σκέψης τους και της προσοχής τους. Όλα για μένα! Τα σχέδια, τα όνειρα, οι συζητήσεις, ακόμα και οι τσακωμοί ! Το φαντάζεστε! Δεν ήταν μικρό πράγμα! Καινούργιο περιοδικό θα άνοιγαν και θα ξέφευγαν από τις παραγγελίες και τις εκτυπώσεις άλλων. Τόσες γνώμες έπρεπε ν΄ ακουστούν για να γίνουν όλα σωστά μα, πάνω απ΄ όλα,  έπρεπε να κινηθούν οργανωμένα και να εξασφαλίσουν τρανταχτές διαφημίσεις, που θα έκαναν το αναγνωστικό κοινό να τρέμει από προσμονή για το εκδοτικό "θαύμα" που έρχεται!

Λοιπόν, τους παραδέχτηκα! Αυτοί οι άνθρωποι ήξερα από επιχειρήσεις! Πώς κύλησαν όλα! Σαν καλοκουρδισμένο ρολόϊ ! Πώς τα κατάφεραν; Δεν ξέρω. Εγώ, το μεγάλο και απρόσωπο ρολό χαρτί είχα προσφέρει ολόκληρη την ύπαρξή μου και ήμουν πια ένα πολύχρωμο περιοδικό. Όταν αναλογιζόμουν τις υποχρεώσεις μου, μ΄ έπιαναν ρίγη "υψηλής αποστολής" . Για επιχειρήσεις θα κουβέντιαζα; Ας μην κέρδιζαν τίποτα, αρκεί να έφτανα εκεί που από καιρό είχε γίνει ο σκοπός της ύπαρξής μου. Αυτός ο σκοπός επικεντρωνόταν σε μία φράση που την άκουσα ένα πρωινό σ΄ εκείνο το νέο γραφείο. Ο ήλιος έμπαινε κατευθείαν από το δεξί παράθυρο και φώτιζε τα μαλλιά εκείνης της νεαρής κοπέλας.

Τί φοβερό! Μπερδεύω και τα λόγια μου μόλις την σκεφτώ. Ήταν, που λέτε, μια νεαρή δημοσιογράφος με ξανθά μαλλιά. Ήρθε, κάθισε κοντά μου και ρώτησε τα αφεντικά:

" Τί στόχους έχει το περιοδικό σας;"

Την κοίταξαν με δυσπιστία και απάντησαν, σχεδόν ενοχλημένοι.

" Τί θα πει να έχει στόχους, κορίτσι μας; Στόχος είναι να κάνει μπάμ !" απάντησαν όλοι με μία φωνή.

" Μπορώ να δουλέψω κοντά σας; Έχω σπουδάσει δημοσιογραφία στις Βρυξέλλες και η διπλωματική μου εργασία έχει θέμα, " Η αναβάθμιση της σχέσης αναγνώστη και..."

Την έκοψαν μαχαίρι, όπως λέμε!

" Δεν έχεις εμπειρία, κοπέλα μου", της είπαν όλοι μαζί και μόνο που δεν την πέταξαν έξω. 'Εκλεισαν την πόρτα ξωπίσω της, μόνο που δεν την διπλοκλείδωσαν, και κάθισαν για να απολαύσουν τον καφέ τους.

Εγώ κόλλησα σε μία φράση που είχε προλάβει να πει η νεαρή δημοσιογράφος, εκείνο το πρωινό...: " ...ένα περιοδικό που θα αναβαθμίζει το αισθητήριο του αναγνώστη και θα του καλλιεργεί τη σκέψη μέσα και από απλά θέματα".

Δεν ξέρω γιατί, αλλά τα λόγια της πήραν μια άλλη σημασία για μένα. Έγιναν ένα κρυφό μήνυμα, που το έδεσα ψηλά στη σημαία μου και το έκανα σκοπό της ύπαρξής μου. Κι έτσι πορευόμουν με το όραμα να μπω στη ζωή του καθενός που μ΄ έπιανε στα χέρια του. Να του εμπνεύσω την αναζήτηση για κάτι που θα αναβάθμιζε την σκέψη του. Να προκαλέσω τον προβληματισμό, την απορία, την αντίρρηση. Να ξυπνήσω μέσα τους την ανάγκη της ποιοτικής ενημέρωσης και την συγκίνηση της πνευματικής τροφής, που υπάρχει, ναι υπάρχει και στα πολύ απλά και καθημερινά θέματα, αρκεί να βρεις την σωστή οπτική γωνία για να τα παρουσιάσεις.

Μα εκείνοι, οι προϊστάμενοι και δημιουργοί μου, είχαν άλλα σχέδια. Με γέμισαν με φανταχτερές φωτογραφίες και με άπλωσαν σε όλη τη χώρα. Θαμπώθηκαν οι άνθρωποι από τις απανωτές διαφημίσεις και με καλωσόρισαν στα σπίτια τους . Με αγκάλιασαν με περιέργεια, μικροί και μεγάλοι και σ΄ ένα μόλις χρόνο είχα γίνει ο πασατέμπος τους για να περνάει η ώρα!

Με ξεφύλλιζαν στα κομμωτήρια και σε κάθε αίθουσα αναμονής, για να σκοτώσουν την ώρα τους. Με έδιναν στα μωρά για να χαζεύουν τις φωτογραφίες μου. Με κουβάλαγαν στα κρεβάτια τους και χασμουριόνταν με μανία μέχρι να τους πάρει ο ύπνος.

Ε, όχι, που να πάρει η οργή, δεν ήταν αυτό που είχα ονειρευτεί για την ύπαρξή μου! Δεν ήταν αυτή η θέση ενός περιοδικού, που είχε προβληθεί με τόσες υποσχέσεις και ρεκλάμες περιωπής! Ούτε είχα φανταστεί ότι ο ρόλος μου θα ήταν να νανουρίζω τους άυπνους. Οι αναγνώστες- κάμποσοι από αυτούς, δηλαδή- διαμαρτυρήθηκαν με χλιαρά γράμματα στη στήλη αλληλογραφίας του περιοδικού. Κάτι αλλιώτικο περίμεναν, μετά από τις τρανταχτές διαφημίσεις.
Η διευθύντριά μας απλώθηκε στην πολυθρόνα της, απόρησε με τις διαμαρτυρίες και τις απαιτήσεις- άκου να έχουν και απαιτήσεις! Θα μας μάθουν τώρα και τη δουλειά μας; - και πήρε φόρα για τα μεγάλα όπλα. Έστειλε δημοσιογράφο να πάρει ακόμα μία συνέντευξη από την πολύ γνωστή και πολύ συχνά προβαλλόμενη σταρ της εποχής και από άλλες διασημότητες. Νααα, οι σελίδες του περιοδικού ! Γέμισαν με τις εντυπωσιακές φωτογραφίες τους, σε κάθε γωνιά τους σπιτιού τους και με κάθε λογής ακριβά φορέματα , συνολάκια, μαγιώ και μοντέρνα κοσμήματα!

" Όχι άλλες συνεντεύξεις με όλο τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα. Τους μάθαμε απ΄ έξω κι ανακατωτά", φώναξαν πάλι οι αναγνώστες, που -επί ένα εξάμηνο- δεν διάβαζαν τίποτε το ενδιαφέρον.

Όμως τη φωνή της διαμαρτυρίας την άκουσα μόνο εγώ, που βρέθηκα πάλι πεταγμένο στο σκαμπό κάποιας τουαλέτας για ώρες ανίας και ανάγκης. Όχι πνευματικής, φυσικά. Αυτά τα ιδανικά τα είχα παραμερίσει από καιρό.

"Να ευφραίνει, να δίνει πληροφορίες για τα άξια και να αναβαθμίζει...!" θυμόμουν τα λόγια της νεαρής δημοσιογράφου!

"Χιλιάδες όνειραα, γιατί πήγαν χαμέναααα!" τραγουδούσα χαμηλόφωνα ένα πρωινό, σαν χτύπησε πάλι η πόρτα. Και μπήκε πάλι εκείνη. ΄Ο ήλιος περνούσε από το δεξί παράθυρο και φώτιζε τα ξανθά της μαλλιά. Κι εγώ, ένα ευαίσθητο περιοδικό ποικίλης ύλης, ξαναβρήκα την ελπίδα μου ακούγοντας τη φωνή της.

" Θα σας ενδιέφερε το άρθρο που έγραψα;" ρώτησε την Διευθύντρια, που τη κοίταζε με μισόκλειστα μάτια, για μερικά δευτερόλεπτα. Άπλωσε την παλάμη της στο ντοσιέ, που είχε αφήσει η μικρή πάνω στο γραφείο της.

" Θα το διαβάσει", σκέφτηκα

Πέρασε τα δάχτυλά της ανάλαφρα πάνω από το ντοσιέ.

" Πόσο χρονών είσαι;" τη ρώτησε.

" Είκοσι οχτώ!", απάντησε η μικρή και μία σπίθα ελπίδας άστραψε στο βλέμμα της.

" Θα την προσλάβει", σκέφτηκα εγώ.

Είσαι παντρεμένη;" την ξαναρώτησε

" Ναι", απάντησε η νεαρή.

Δεν καταλάβαινα εγώ. Τί σχέση είχαν αυτά με το άρθρο, που δεν του είχε ρίξει ούτε μία ματιά.

"Άνοιξέ το! Διάβασέ το!" πήγα να φωνάξω. Κάτι μου έλεγε μέσα μου, ότι δεν ήταν μία ακόμα συνέντευξη του γνωστού σε όλους μας επιχειρηματία, που παντρεύτηκε την εκκολαπτόμενη σταρ του κινηματογράφου με τα καλλίγραμμα πόδια. Δεν έγραφε πόσο αδυνάτισε το όμορφο μανεκέν και τί έτρωγε για πρωινό με τον πλούσιο σύντροφό της. Πώς ήταν το σαλόνι κάποιου τραγουδιστή ... πότε και γιατί χώρισε ο τάδε ή ο δείνα! Μου ερχόταν να ξεφωνίσω από αγανάκτηση. Δεν άντεχα πια να αναμασάω στις σελίδες μου τα ίδια και τα ίδια και να εισπράττω μούντζες από τους αναγνώστες κάθε δεκαπενθήμερο.

Εδώ που τα λέμε, οι μούντζες ήταν στην αρχή. Μετά συνήθισε ο κόσμος την άχρηστη πληροφόρηση. Έφτασε να μελετάει με σπουδή τις πανομοιότυπες συνεντεύξεις από τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα, είχε μάθει απ΄έξω κι ανακατωτά τα βιογραφικά στοιχεία του κάθε βιαστή και λωποδύτη- μας προέκυψαν και αυτοί και έγιναν οι " ράμπο" της νύχτας, πλασάροντας έναν νέο τύπο "άγριου αρσενικού"- όπως οι πιστολέρο στα Western- και ο κόσμος χόρταινε με όσα τον τάϊζαν. Δεν είναι δα και δύσκολο να σε εκπαιδεύσουν έτσι που να μην έχεις απαιτήσεις!

Αντίθετα, κάνεις και το σταυρό σου, που εσύ τη γλύτωσες από κάθε κακό συναπάντημα και μαζεύεσαι στο σπιτάκι σου, διαβάζοντας με ευγνωμοσύνη ,τα ίδια και τα ίδια, στο γνωστό περιοδικό σου! Ρουτίνα είναι αυτή! Το γελάς; Σου δίνει την ασφάλεια, ότι όλα πάνε καλά! Τίποτε δεν αλλάζει!

Λοιπό, τί έλεγα; Α, ναι! Η νεαρή μας δημοσιογράφος ήταν παντρεμένη, είχε παιδάκια μικρά και τώρα έφερνε τα άρθρα της για δημοσίευση.

" Θα τα διαβάσετε;", ρώτησε την διευθύντρια.

" Σε τί αναφέρονται;", αντιρώτησε εκείνη ψυχρά.

" Σε ποικίλα θέματα, όπως : "Η Τέχνη στα σχολεία, εξευγενίζει...", " Η ομορφιά της γυναίκας χωρίς μακιγιάζ..."

" Τί είναι αυτά που λέτε; ", την διέκοψε λες κι έτρωγε χαστούκια και βιαστικά πρόσθεσε...΅" Το αναγνωστικό μας κοινό δεν ενδιαφέρεται γι΄ αυτά!"

"Πώς το ξέρεις; Τους ρώτησες;" πήγα να φωνάξω, μα όταν είσαι μόνο ένα περιοδικό δεν έχεις δική σου φωνή. Σου την κόβουν όπου και όποτε θέλουν.

" Τί θέματα σας ενδιαφέρουν;", επέμενε η νεαρή.

" Να...γράψε κάτι για το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς σας. Δεν έχετε ψιλικατζίδικό;"

" Ναι, έχουμε, αλλά τί θα προσφέρει στον αναγνώστη σας ένα άρθρο για το ψιλικατζίδικό; Τί θα του μάθει παραπάνω;"

Η κυρία διευθύντρια απλώθηκε πάλι στην πολυθρόνα της και αποφάνθηκε:  "Ακούστε! Το αναγνωστικό μας κοινό δεν έχει ανάγκες "υψηλής πληροφόρησης". Κι εμείς δεν ταράζουμε τα νερά. Να πουλήσουμε θέλουμε"

" Για το ψιλικατζίδικο, όμως και για τον πλούσιο γάμο της τηλεπερσόνας ενδιαφέρεται το κοινό σας. Ζει και αναπνέει μόνο γι΄αυτή την πληροφορία! Έτσι;"

" Ναι!" απάντησε φανερά εκνευρισμένη η κυρία διευθύντρια.

" Και πώς αποφασίζετε εσείς για το τί ενδιαφέρει τον κόσμο; Με ποιό δικαίωμα διαμορφώνετε εσείς το επίπεδό του; Κι αν κινείται σε ένα χαμηλό επίπεδο, όπως λέτε, γιατί δεν φροντίζετε εσείς- ως "γραμματιζούμενοι"- να το αφυπνίσετε; Να το πληροφορήστε; Να το διδάξετε; Γιατί το καταδικάσατε να βαριέται και να χορταίνει με τα άχυρα που το ταϊζετε, απολαμβάνοντας τα ακριβά σας γραφεία ;"

Την πέταξε έξω. Με τακτ και αποφασιστικά, όπως αρμόζει σε μία διευθύντρια πολύχρωμου περιοδικού. Γύρισε στην πολυθρόνα της ατάραχη. Γιατί να ταραχτεί; Είχε ένα ωραίο γραφείο, μια σίγουρη θέση και η μέρα έξω ήταν ηλιόλουστη! Γιατί να την νοιάζει για το κοινό; Αυτό του έδινε, αυτό συνήθισαν, αυτό διάβαζαν...και ζουν αυτοί καλά και μόνον εγώ δεν ζω καλύτερα.

Το κοριτσάκι του ρετιρέ, που αγοράζει κάθε δεκαπενθήμερο το περιοδικό από το περίπτερο και με φέρνει τρέχοντας στον μπαμπά του, έχει ένα πάνινο σκυλάκι με μεγάλα κατεβασμένα αυτιά και λυπημένα μάτια. Του μοιάζω πολύ! Τον φωνάζει Τουτού! Έτσι θέλω πια να με λένε:  Φτωχέ, κακομοίρη Τουτού!

Οι εικόνες παρέχονται από το Pexels
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!